Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
aguillage
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
aguillage
aguillages
Ουσιαστικό
επεξεργασία
aguillage
(fr)
αρσενικό
(
Ελβετία
)
ασταθής
ή
αδέξια
συσσώρευση
διαφόρων πραγμάτων
Συγγενικά
επεξεργασία
aguiller
s'aguiller