afektaĵoj
(Ανακατεύθυνση από afektajxoj)
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- afektaĵoj, πληθυντικός αριθμός του afektaĵo
Ουσιαστικό
επεξεργασίαafektaĵoj (eo)
Άλλες γραφές
επεξεργασία- afektajhoj στο H-sistemo
- afektajxoj στο X-sistemo