administratif
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | administratif | administratifs |
θηλυκό | administrative | administratives |
administratif (fr)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη administrer