according to
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠρόθεση
επεξεργασίαaccording to (en)
- σύμφωνα με, κατά, όπως δηλώνεται ή αναφέρεται από κάποιον ή κάτι
- ⮡ According to the report, the economy is improving.
- Σύμφωνα με την έκθεση, η οικονομία βελτιώνεται.
- ⮡ According to the law, everyone has equal rights.
- Σύμφωνα με τον νόμο, όλοι έχουν ίσα δικαιώματα.
- ⮡ According to him, this decision is a mistake.
- Σύμφωνα με αυτόν, αυτή η απόφαση είναι λάθος.
- ⮡ According to tradition, they celebrate every year.
- Σύμφωνα με την παράδοση, γιορτάζουν κάθε χρόνο.
- ⮡ According to the official program, the ceremony will happen in the afternoon.
- Σύμφωνα με το επίσημο πρόγραμμα, η τελετή θα γίνει το απόγευμα.
- ⮡ according to what he says - σύμφωνα με όσα λέει/κατά τα λεγόμενά του
- ⮡ according to the experts - κατά τους ειδικούς
- ⮡ the Gospel according to Saint John - το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο
- ⮡ The definition of tragedy according to Aristotle.
- Ο ορισμός της τραγωδίας κατά τον Αριστοτέλη.
- ⮡ According to the report, the economy is improving.
- σύμφωνα με, ανάλογα με, κατά, που ακολουθεί, συμφωνεί ή εξαρτάται από κάτι
- ⮡ The parties are represented according to their strength.
- Τα κόμματα εκπροσωπούνται σύμφωνα με τη δύναμή τους.
- ⮡ The schedule was arranged according to her preferences.
- Το πρόγραμμα κανονίστηκε σύμφωνα με τις προτιμήσεις της.
- ⮡ The price varies according to the size.
- Η τιμή διαφέρει ανάλογα με το μέγεθος.
- ⮡ The solution changes according to the circumstances.
- Η λύση αλλάζει ανάλογα με τις περιστάσεις.
- ⮡ arranged according to size - τακτοποιημένα κατά μέγεθος
- ⮡ The parties are represented according to their strength.