abyssinien
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.bi.si.njɛ̃/
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | abyssinien | abyssiniens |
θηλυκό | abyssinienne | abyssiniennes |
abyssinien (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | abyssinien | abyssiniens |
θηλυκό | abyssinienne | abyssiniennes |
abyssinien (fr)