Δείτε επίσης: à posteriori

  Ετυμολογία

επεξεργασία
a posteriori < λατινική a posteriori

  Επίρρημα

επεξεργασία

a posteriori (fr) (παραδοσιακή ορθογραφία)

Άλλες γραφές

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία
  • a priori ((παραδοσιακή ορθογραφία))
  • à priori ((ορθογραφία του 1990))



  Επίρρημα

επεξεργασία

a posteriori (la)