Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /?/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
aérophagie aérophagies

aérophagie (fr) θηλυκό