Xerxes
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Xerxes < αρχαία ελληνική Ξέρξης < αρχαία περσική 𐎧𐏁𐎹𐎠𐎼𐏁𐎠 (x-š-y-a-r-š-a /Xšayāršā/) < *Xšayā-ṛšān- (άρχων των ηρώων) < *xšay- (άρχω) + *ṛšān- (ήρωας)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈzɜːk.siːz/ & /ˈzɝksiːz/
Κύριο όνομα
επεξεργασίαXerxes (en)