Προφορά

επεξεργασία
 
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

Schild (de) αρσενικό ή ουδέτερο

  1. ασπίδα
  2. σήμα (π.χ. του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας), πληροφοριακή πινακίδα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Schild (de)

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [1], [2]



  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Schild (nl)



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Schild < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Schild αρσενικό ή θηλυκό

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [3]



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Schild < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Schild αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [4]