Ετυμολογία

επεξεργασία
Sarrasin < δημώδης λατινική Sarracenus < αραβική (με την έννοια « ανατολίτης »)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Sarrasin (fr) αρσενικό

Ομώνυμα / Ομόηχα

επεξεργασία