Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

SYN < SYNchronization

  Συντομομορφή επεξεργασία

SYN (en)

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • SYN στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Αναφορές επεξεργασία

  1. από αναζήτηση «synchronization» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
  2. (αγγλικά) Three-Way Handshake. Προσπέλαση 2020-05-09