RSS feed
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
RSS feed | RSS feeds |
Ετυμολογία
επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασία
RSS feed (en)
- (διαδίκτυο) η τροφοδοσία RSS
ενικός | πληθυντικός |
RSS feed | RSS feeds |
RSS feed (en)