Platz
Γερμανικά (de)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαPlatz (de) αρσενικό
- πλατεία
- die Hauptstraße mündet auf diesen Platz - ο κεντρικός δρόμος βγαίνει στην πλατεία
- θέση
- der Platz ist nicht frei - η θέση δεν είναι ελεύθερη
Κύριο όνομα
επεξεργασίαPlatz αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Platz < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαPlatz αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [3]