ISP
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΑπό τα αρχικά των λέξεων: Internet Service Provider ή Image Signal Processor
Προφορά
επεξεργασίαΣυντομομορφή
επεξεργασίαISP (en) αρκτικόλεξο
- (διαδίκτυο) παροχέας πρόσβασης στο Διαδίκτυο
- επεξεργαστής εικόνας, επίσης γνωστός ως μηχανή επεξεργασίας εικόνας ή μονάδα επεξεργασίας εικόνας ή επεξεργαστής σήματος εικόνας
Δείτε επίσης
επεξεργασία- en:ISP στη Βικιπαίδεια