Γερμανικά (de) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Hörer (de) αρσενικό

  1. το ακουστικό (ενός τηλεφώνου)
  2. ο ακροατής



Γερμανικά (de) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Hörer < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Hörer αρσενικό ή θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία

  • TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023 [1]