Δείτε επίσης: burns

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Burns (en) (πληθυντικός: Burnses ή Burns)

  1. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο), Μπερνς
  2. ονομασία πόλεων και οικισμών των ΗΠΑ

Παράγωγα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Burns στην αγγλική Βικιπαίδεια   (σελίδα αποσαφήνισης)



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Burns < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Burns θηλυκό

  • Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 [1], [2]



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Burns < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Burns αρσενικό ή θηλυκό

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [3], [4]



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Burns < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Burns αρσενικό ή θηλυκό

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [5]



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Burns < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Burns αρσενικό ή θηλυκό

  • Louis Duchesne, Les noms de famille au Québec : aspects statistiques et distribution spatiale, Institut de la statistique du Québec, 2006, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [6]



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Burns < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Burns αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [7]