Antibiotikum
Γερμανικά (de)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαAntibiotikum < γαλλική antibiotique < αγγλική antibiotic < αρχαία ελληνική ἀντί + αρχαία ελληνική βίος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαAntibiotikum (de) ουδέτερο
- το αντιβιοτικό