Ετυμολογία

επεξεργασία
Akaroa < μάορι Akaroa < aka (μακρύς) ÷ roa (λιμάνι). Κυριολεκτικά «μακρύ λιμάνι».[1]

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Akaroa (en)

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.