Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
Absicht
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γερμανικά (de)
1.1
Προφορά
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Εκφράσεις
Γερμανικά
(de)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
Absicht
(de)
θηλυκό
η
πρόθεση
, ο
σκοπός
ich habe die
Absicht
... - έχω την
πρόθεση
/
προτίθεμαι
/
σκοπεύω
...
Εκφράσεις
επεξεργασία
mit Absicht
:
επίτηδες
ohne Absicht
:
άθελα