ὑαλο-
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ὑαλο- < αρχαία ελληνική ὕαλο(ς)
Πρόθημα
επεξεργασίαὑαλο-, ὑαλό- και ὑαλ- πριν από φωνήεν
Σύνθετα
επεξεργασία- ὑαλο- Ελληνιστικές λέξεις με πρόθημα ὑαλο- στο Βικιλεξικό
- ὑαλό- Ελληνιστικές λέξεις με πρόθημα ὑαλό- στο Βικιλεξικό
- ὑαλ- Ελληνιστικές λέξεις με πρόθημα ὑαλ- στο Βικιλεξικό
Απόγονοι
επεξεργασίαὑαλο- (ελληνιστική κοινή)
Πηγές
επεξεργασία- Λέξεις ὑαλ- @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
- υαλο- - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας