Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ὁμόπλαστος < ὁμό- (< αρχαία ελληνική ὁμός κοινός) + πλαστός < πλάθω

  Επίθετο επεξεργασία

ὁμόπλαστος

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία