Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἰσοδαίτης < ἴσος + δαίω

  Επίθετο επεξεργασία

ἰσοδαίτης ὁ, τοῦ ἰσοδετου (αργότερα και ἰσοδέτης) και ως ουσιαστικό