Δείτε επίσης: ένεκα

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ἕνεκα < λείπει η ετυμολογία

  Πρόθεση

επεξεργασία

ἕνεκα

  1. εξαιτίας, χάρη σε κάτι
    ⮡  ἕνεκα τοῦ λαβεῖν
  2. ως προς, όσο εξαρτάται από

  Σύνδεσμος

επεξεργασία

ἕνεκα

Άλλες μορφές

επεξεργασία