Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἐπιρρέω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ἐπιρρέω
<
ἐπι-
+
ῥέω
Ρήμα
επεξεργασία
ἐπιρρέω
χύνομαι
κάπου
χύνομαι μέσα
(
για πλήθος
) μαζεύομαι,
συρρέω