Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

ἄκοντος

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

ἄκοντος αρσενικό ή ουδέτερο