Δείτε επίσης: απαλλάσσω, ἀπαλλάττω

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἀπαλλάσσω < ἀπ- + ἀλλάσσω

  Ρήμα επεξεργασία

ἀπαλλάσσω

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  • ...

Κλίση επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία