Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀναμουρδώνω < ἀνα- + μουρδώνω

ἀναμουρδώνω (και σήμερα σε χρήση ως ιδιωματικό στην Κρήτη και στο βλάχικο ιδίωμα)

  1. λερώνω
    ※  16ος/17ος αιώνας Γεώργιος Χορτάτσης, Ερωφίλη, τραγωδία, Πράξη Β', στίχ. 127 (125-128) @anemi.lib.uoc.gr
    κιʼ ὥραις θωρῶ πῶς ʼδρώνουσιν αἵματα μὲ μεγάλη
    τρομάρα τοῦτα τὰ τειχιὰ σὲ μιὰ μεριὰ κ’ εἰς ἄλλη,
    καὶ λαντουροῦν καὶ ’γραίνουν με κι’ ἀναμουρδόνουσί με,
    κ’ ᾑ κορασίδες φεύγουσι ζημιὸ κι’ ἀφίνουσί με.
    Η Ερωφίλη :Τραγωδία /Γεωργίου Χορτάτση, εκδιδομένη υπό Κ. Ν. Σάθα.Εν Βενετία :Τύποις Φοίνικος,1878, σελ. 57.
    ※  16ος/17ος αιώνας Γεώργιος Χορτάτσης, Ερωφίλη, τραγωδία, Πράξη Δ', στίχ. 630 (629-631) @anemi.lib.uoc.gr
    Μὰ πῶς νὰ διάξω ʼς τὴν κακὴ κι’ ἄτυχη θυγατέρα;
    ν’ ἀναμουρδώσω τάχατες τὴν πρικαμένη χέρα
    ’ς τὸ ἴδιο αἷμα τὸ λοιπὸ τό ’θελε ’ς τὸ θεό μου!
    Η Ερωφίλη :Τραγωδία /Γεωργίου Χορτάτση, εκδιδομένη υπό Κ. Ν. Σάθα.Εν Βενετία :Τύποις Φοίνικος,1878, σελ. 145.
  2. (μεταφορικά) μολύνω
    ※  16ος/17ος αιώνας Βιτσέντζος Κορνάρος, Ερωτόκριτος, Ε' στίχ. 1200 σελ. 332 Νικόλαος Γλυκύς, Εν Βενετία: Παρά Νικολάω Γλυκεί τω εξ Ιωαννίνων, 1813 / σελ. 278, Εν Βενετία: Εκ του τυπογραφείου του Αγίου Γεωργίου, 1860.
    Οὐδὲ παστρεύεται ποτὲ, ἐκεῖ ποῦ ἀναμουρδώνει.

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Ρηματικοί τύποι

επεξεργασία

Παράγωγα

επεξεργασία