Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἀμφιλέγω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αρχαία ελληνικά
(grc)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Δείτε επίσης
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ἀμφιλέγω
<
ἀμφί-
+
λέγω
Ρήμα
επεξεργασία
ἀμφιλέγω
(
+ αιτιατική
) διατυπώνω διαφορετικές ερμηνείες και γνώμες για κάτι,
αμφισβητώ
Δείτε επίσης
επεξεργασία
αμφιλεγόμενος