ἀκριτόμυθος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΠτώση | Ενικός | Πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
Ονομαστική | ὁ, ἡ ἀκριτόμυθος | τὸ ἀκριτόμυθον | οἱ, αἱ ἀκριτόμυθοι | τὰ ἀκριτόμυθα |
Γενική | τοῦ, τῆς ἀκριτομύθου | τοῦ ἀκριτομύθου | τῶν ἀκριτομύθων | τῶν ἀκριτομύθων |
Δοτική | τῷ, τῇ ἀκριτομύθῳ | τῷ ἀκριτομύθῳ | τοῖς, ταῖς ἀκριτομύθοις | τοῖς ἀκριτομύθοις |
Αιτιατική | τὸν, τὴν ἀκριτόμυθον | τὸ ἀκριτόμυθον | τοὺς, τὰς ἀκριτομύθους | τὰ ἀκριτόμυθα |
Κλητική | ἀκριτόμυθε | ἀκριτόμυθον | ἀκριτόμυθοι | ἀκριτόμυθα |
Πτώσεις | Δυικός | |||
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική | ἀκριτομύθω | |||
Γενική-Δοτική | ἀκριτομύθοιν |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαἀκρῐτόμῡθος, -ος, -ον