ἀθότυρος
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαἀθότυρος και ἀθότυρον
- (γαστρονομία) το ξεραμένο ἀπότυρο, είδος ξερής μυζήθρας που παρασκεύαζαν οι βυζαντινοί από το τυρόγαλα που απόμενε μετά την παρασκευή άλλων τυριών
Δείτε επίσης
επεξεργασία- ανθότυρο (νέα ελληνικά)