Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἀεικίνητος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ἀεικίνητος
<
ἀεί
+
κινῶ
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
ἀεικίνητος, -ος, -ον
που βρίσκεται σε αέναη κίνηση
Ψυχὴ πᾶσα ἀθάνατος. Τὸ γὰρ
ἀεικίνητον
ἀθάνατον
(Πλάτων, Φαῖδρος, 245c)