ἀγαπητερός
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἀγαπητερός < ἀγαπητ(ός) + -ερός κατά το λυπητερός
Επίθετο
επεξεργασίαἀγαπητερός, ή, ό
- γεμάτος αγάπη
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- σελ.20, Τόμος 1ος - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.