Ετυμολογία

επεξεργασία
ტერზიანი < αρμενική Թերզյան (Tʿerzyan, Τερζιάν)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /tʼerziani/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

ტერზიანი (ka) (ṭerziani) αρσενικό ή θηλυκό