ოვაკიმიანი
Γεωργιανά (ka)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ovakʼimiani/
Κύριο όνομα
επεξεργασίαოვაკიმიანი (ka) (ovaḳimiani) αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) αρμενική ς προέλευσης, άλλη μορφή του ჰოვაკიმიანი (h o va ḳ i m i a n i)