Ετυμολογία

επεξεργασία
ეგიაზარიანი < ρωσική Егиазарян (Jegiazarján, Εγκιαζαριάν) < αρμενική Եղիազարյան (Eġiazaryan)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /eɡiazariani/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

ეგიაზარიანი (ka) (egiazariani) αρσενικό ή θηλυκό