كوفته
Ετυμολογία
επεξεργασία- كوفته < (άμεσο δάνειο) περσική کوفته (kufte)
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ⇒ τουρκικά: köfte ↷ νέα ελληνικά: κεφτές → και δείτε την περσική کوفته
Ουσιαστικό
επεξεργασίαكوفته (köfte)
- (γαστρονομία) o κεφτές
Σημειώσεις
επεξεργασίαΔιαφορά γραφής του αρχικού κάπα στην οθωμανική και στην περσική γραφή: