Ετυμολογία

επεξεργασία
الموت < اله (âloh, αετός) + آموت (âmūt, φωλιά)[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ʔælæˈmuːt/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

الموت (fa)

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.