Ετυμολογία

επεξεργασία
КГБ < Комитет (Komitét) Государственной (Gosudárstvennoj) Безопасности (Bezopásnosti)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˌka ɡɛ ˈbɛ/
 

  Συντομομορφή

επεξεργασία

КГБ (ru) (KGB) αρσενικό αρκτικόλεξο