Ρωσικά (ru) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Аладжян < αρμενική Հալաջյան (Halaǰyan, Χαλατζιάν) ή Ալաջյան (Alaǰyan, Αλατζιάν) [1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɐɫɐd͡ʐˈʐan/

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Аладжян (ru) (Aladžján) αρσενικό ή θηλυκό (γεν. ενικ. αρσ.: Аладжяна, ονομ. πληθ.: Аладжяны)[2]

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Βλ. Տիգրան Ավետիսյան (Τιγκράν Αβετισιάν), Հայոց ազգանունների բառարան [Λεξικό αρμενικών επωνύμων] (Γιερεβάν, 2000), σ. 7β και 194β.
  2. Το θηλυκό παραμένει αμετάβλητο στον ενικό. Ο πληθυντικός είναι κοινός, κατά το αρσενικό.