Ετυμολογία

επεξεργασία
Агазарян < αρμενική Աղազարյան (Aġazaryan)[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɐɡəzɐˈrʲan/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Агазарян (ru) (Agazarján) αρσενικό ή θηλυκό (γεν. ενικ. αρσ.: Агазаряна, ονομ. πληθ.: Агазаряны)[2]

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Βλ. (σ. 12α) Աղազարյան - Տիգրան Ավետիսյան (Τιγκράν Αβετισιάν) (²2010), Հայոց ազգանունների բառարան [Λεξικό αρμενικών επωνύμων] (στα αρμενικά), επιμέλεια: Վ.Մ. Գրիգորյան (Β.Μ. Γκριγκοριάν) & Լ.Ռ. Ուռուտյան (Λ.Ρ. Ουρουτιάν). Γιερεβάν, ISBN 978-9939-53-724-5.
  2. Το θηλυκό παραμένει αμετάβλητο στον ενικό. Ο πληθυντικός είναι κοινός.