Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ψυχαγώγησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
ψυχαγώγησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
ψυχαγωγώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
ψυχαγωγώ