ψευδοκώδικας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ψευδοκώδικας < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαψευδοκώδικας αρσενικό
- (πληροφορική) πρακτικός μηχανισμός σκέψης γραμμένος σε φυσική γλώσσα με σκοπό να υλοποιηθεί σε κώδικα προγράμματος
Υπερώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ψευδοκώδικας