Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χυτλάζω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
χυτλάζω
<
χύτλον
Ρήμα
επεξεργασία
χυτλάζω
αλείφω με υδρέλαιο κάποιον μετά το μπάνιο του
ξαπλώνω
,
τεντώνω