Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

χυδαϊστί < χυδαί(ος) + -ιστί

  Επίρρημα επεξεργασία

χυδαϊστί

  Μεταφράσεις επεξεργασία