Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

χτυπηματάκι < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χτυπηματάκι ουδέτερο

  1. μικρό σκούντημα
  2. μικρό τραύμα, μικροεκδορά

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία