Ετυμολογία

επεξεργασία
χρυσότυπος < χρυσός και τύπτω

  Επίθετο

επεξεργασία

χρυσότυπος,ος,ον

  • αντικείμενο δουλεμένο με χρυσό
χρυσότυπο φιάλη

Συνώνυμα

επεξεργασία