Ετυμολογία

επεξεργασία
χοροπηδώ < χορο- (< χορεύω) + πηδώ. → δείτε και τη λέξη χοροπηδάω

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /xo.ɾo.piˈðo/

χοροπηδώ