χαρτοδένω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαχαρτοδένω
- βιβλιοδετώ με χοντρό ειδικά επεξεργασμένο χαρτόνι, χαρτοδετώ, δένω ένα βιβλίο εξωτερικά με χάρτινο εξώφυλλο και οπισθόφυλλο
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία χαρτοδένω
|