Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φταρμίζω < πιθανόν από το μεσαιωνικό ὀφθαλμίζω

  Ρήμα επεξεργασία

φταρμίζω

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία