Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φρακ < (άμεσο δάνειο) γαλλική frac

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈfɾak/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φρακ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία